Χαρείτε, αδέλφια, την τρανή διπλή γιορτή. Δεν αποφάσισαν τυχαία οι Έλληνες της εποχής να ξεκινήσουν την επανάσταση στις 25 Μαρτίου.
Από την μία, ξεκινά ο λυτρωμός του ανθρώπινου γένους με το χαρμόσυνο μήνυμα του αρχαγγέλου Γαβριήλ στην Παναγία ότι θα γεννήσει τον Σωτήρα Χριστό και από την άλλη, ο λυτρωμός από τα δεσμά 400 χρόνων σκλαβιάς.
Οι Έλληνες ήταν σφιχτά δεμένοι με την Παναγία. Πίστευαν ακλόνητα ότι με τις πρεσβείες της θα ελευθερωθούν. Ένας Γάλλος περιηγητής, ο I. Mangeart, στο βιβλίο του « Αναμνήσεις από τον Μοριά» περιγράφει τα όσα είδε κατά την περιήγησή του στην Πελοπόννησο, την εποχή της Επανάστασης του 1821. Είναι εντυπωσιασμένος από την λατρευτική ζωή των Ελλήνων και ιδιαίτερα από την ευλάβειά τους προς την Υπεραγία Θεοτόκο.
«Σ’ όλους τους τοίχους των εκκλησιών τους είναι κρεμασμένα εικονίσματα κάθε μεγέθους. Τα περισσότερα παρουσιάζουν τη μορφή της Παρθένου. Όταν οι ναυτικοί γλυτώνουν από μεγάλους κινδύνους, από ναυάγιο, από το θάνατο, μόλις πατάνε το πόδι τους στη στεριά, τρέχουν αμέσως στο χρυσοχόο για να κάμουν παραγγελία και να προσφέρουν το τάμα τους στη Θεοτόκο, στην εκκλησία που της είναι αφιερωμένη…
Βλέπω σε δύο βημάτων απόσταση μια γυναίκα γονατιστή μπροστά στο εικόνισμα της Παναγίας. Θεέ μου! Πόσα σταυροκοπήματα! Πόσες γονυκλισίες κάνει μπροστά σ’ αυτό το εικόνισμα! Με τι συγκίνηση την βλέπω να προσκυνάει το χώμα που το φυλάει τρεις φορές! Και αρχίζει ξανά τα σταυροκοπήματα, που τα κάνει από τα δεξιά προς τ’ αριστερά».
Ο ξένος περιηγητής παρουσιάζει με απλό τρόπο, την ευλάβεια του λαού μας προς την Παναγία. Με αυτή την ευλάβεια υπέμειναν την οδυνηρή και μακραίωνη σκλαβιά ελπίζοντας στη λύτρωση. Μ’ αυτή την ευλάβεια άρπαξαν και τα καρυοφίλια φωνάζοντας «Ελευθερία ή θάνατος!». Διπλή γιορτή λοιπόν…